Βασίλης Μεσολογγίτης
Ο Βασίλης Μεσολογγίτης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1906, όπου ο πατέρας του, χιώτικης καταγωγής, δραστηριοποιούνταν στις επιχειρήσεις. Όταν τα σύννεφα πάνω από το μικρασιατικό μέτωπο άρχισαν να πυκνώνουν, η οικογένεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στα 1921, και ο νεαρός Βασίλης φοιτά στη Νομική, προκειμένου να αναλάβει τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Όμως, η κλίση του προς τη λογοτεχνία σύντομα θα τον κερδίσει, με αποτέλεσμα να βάλει στην άκρη για πάντα τα νομικά του βιβλία και να επιδοθεί στο μόνο επάγγελμα που ταίριαζε στον ατίθασο χαρακτήρα του («είμαι τύπος που δεν μπορώ να κλειστώ πουθενά», έλεγε πολλά χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του) και το συγγραφικό του ταλέντο: τη δημοσιογραφία.
Από το 1926 μέχρι το 1932 θα εργαστεί στις εφημερίδες της εποχής Αστραπή, Χρονογράφος και Ελληνικόν Μέλλον, ενώ παράλληλα θα αρχίσει να δημοσιεύει και τα πρώτα λογοτεχνικά του κείμενα σε περιοδικά της εποχής, όπως ο Νουμάς ή οι Νέοι Άνθρωποι και πολλά άλλα.
Όμως η μεγάλη στροφή στη ζωή του Β. Μεσολογγίτη θα γίνει στα 1932, όταν «σαλτάρει ξαφνικά στο παλκοσένικο», όπως σημειώνει στην ίδια συνέντευξή του. Και επρόκειτο κυριολεκτικά για «σάλτο», αφού το λογοτεχνικό του ταλέντο και ένα τυχαίο γεγονός ήταν αυτά που τον έσπρωξαν στο παλκοσένικο. Συγκεκριμένα, το 1932, ο Β. Μεσολογγίτης, δημοσιογράφος πλέον με γνωριμίες στην «πιάτσα» των ηθοποιών του μουσικού θεάτρου, δίνει κείμενά του στον πρωταγωνιστή και θιασάρχη Νίκο Μηλιάδη για τη σατιρική επιθεώρηση Η πεισματάρα (όπου έπαιζαν, μεταξύ άλλων, οι Κάκια Μένδρη και Καίτη Ντιριντάουα). Η αρρώστια ενός ηθοποιού υπήρξε γι αυτόν η απρόσμενη ευκαιρία για να ερμηνεύσει ο ίδιος στο σανίδι τα κείμενά του.
Η εμπειρία αυτή θα αποβεί καθοριστική για τον Βασίλη Μεσολογγίτη. Θα εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία για χάρη του θεάτρου και το άστρο του θα αρχίσει να μεσουρανεί καθʼ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου στον χώρο της επιθεώρησης, του βαριετέ και του μουσικού θεάτρου.
Στη διάρκεια της Κατοχής συνεχίζει τις εμφανίσεις του στην Αθήνα, αλλά και στην επαρχία, όπου συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς, μαζί με τους Καλή Καλό και Νίκο Φέρμα. Παράλληλα, δραστηριοποιείται στους κόλπους του ΕΑΜ και στη λειτουργία συσσιτίων για τους αναξιοπαθούντες ηθοποιούς. Τα Δεκεμβριανά τον βρίσκουν να δίνει παραστάσεις μαζί με την Κ. Ντιριντάουα σε ένα θεατράκι προς το Γαλάτσι, περιοχή όπου κυριαρχούσαν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Μολονότι μια δεξιά εφημερίδα της εποχής κατηγόρησε το θεατρικό αυτό ζευγάρι ότι... «επικεφαλής Αρμεναίων κατέλαβαν την Ασφάλεια» (!), θα συνεχίσει σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου τις εμφανίσεις του, έχοντας πλέον καθιερωθεί ως χαρακτηριστικός «τύπος» στο ελαφρύ θέατρο, όπως και αργότερα ως κωμικός, συμμετέχοντας σε (συγκριτικά λίγες) ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου την περίοδο 1957-1963.
Όμως, πέρα από το «σαράκι» του ηθοποιού, τον Βασίλη Μεσολογγίτη έτρωγε από νωρίς και το «μικρόβιο» του συνδικαλισμού. Ήδη από το 1931 γίνεται μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1934 ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Αλλά το μετερίζι από το οποίο θα διαπρέψει θα είναι εκείνο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Ήδη από τα 1947 εκτίθεται ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις αρχαιρεσίες, αλλά στο Δ.Σ. θα εκλεγεί για πρώτη φορά το 1951. Το 1952 θα αναλάβει την προεδρία του ΣΕΗ, αντικαθιστώντας τον θανόντα Ευ. Μαγκλιβέρα, θέση στην οποία θα επανεκλέγεται διαρκώς για 15 συνεχή χρόνια, μέχρι την κατάργηση των εκλεγμένων διοικήσεων των σωματείων από τη δικτατορία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του θα επιτύχει πολλές βελτιώσεις της επαγγελματικής θέσης των ηθοποιών, όπως η καθιέρωση Συλλογικής Σύμβασης, ο διαχωρισμός του Ταμείου Αλληλοβοήθειας από το Σωματείο, η ίδρυση του Οργανισμού Εταιρικών Θιάσων, αλλά θα βάλει μπροστά κι ένα μεγαλόπνοο σχέδιο για τη δημιουργία δημοτικών θεάτρων στην επαρχία, στο οποίο θα μπορούσε κανείς να ανιχνεύσει τα σπέρματα της ιδέας για την ίδρυση των σημερινών ΔΗΠΕΘΕ. Ως πρόεδρος του ΣΕΗ συμμετείχε επίσης στην Επιτροπή των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων και σε όλους τους αγώνες για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος κατά τη δεκαετία του 1960.
Μετά τη δικτατορία, έχοντας ήδη συνταξιοδοτηθεί, ο Β. Μεσολογγίτης, συνεχίζοντας το λογοτεχνικό του έργο, εκτέθηκε ως υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές και ως υποψήφιος δήμαρχος Ν. Σμύρνης, επικεφαλής κοινού ψηφοδελτίου ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ, το 1975.
Ο Βασίλης Μεσολογγίτης έφυγε από τη ζωή στις 30 Απριλίου 1988, σε ηλικία 82 ετών.
Φιλμογραφία
Έχει θείο το κορίτσι / Ο θείος της Βιολέττας (1957) [Πίτερ]
Ο κόμης... Χατζηχρήστος (1958)
Φλογέρα και Αίμα (1961)
Οι δυο αλεπούδες (1963)
Πολιορκία (1963)
ΑΠΟ ΤΟ http://www.avgi.gr/
Ο Βασίλης Μεσολογγίτης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1906, όπου ο πατέρας του, χιώτικης καταγωγής, δραστηριοποιούνταν στις επιχειρήσεις. Όταν τα σύννεφα πάνω από το μικρασιατικό μέτωπο άρχισαν να πυκνώνουν, η οικογένεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στα 1921, και ο νεαρός Βασίλης φοιτά στη Νομική, προκειμένου να αναλάβει τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Όμως, η κλίση του προς τη λογοτεχνία σύντομα θα τον κερδίσει, με αποτέλεσμα να βάλει στην άκρη για πάντα τα νομικά του βιβλία και να επιδοθεί στο μόνο επάγγελμα που ταίριαζε στον ατίθασο χαρακτήρα του («είμαι τύπος που δεν μπορώ να κλειστώ πουθενά», έλεγε πολλά χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του) και το συγγραφικό του ταλέντο: τη δημοσιογραφία.
Από το 1926 μέχρι το 1932 θα εργαστεί στις εφημερίδες της εποχής Αστραπή, Χρονογράφος και Ελληνικόν Μέλλον, ενώ παράλληλα θα αρχίσει να δημοσιεύει και τα πρώτα λογοτεχνικά του κείμενα σε περιοδικά της εποχής, όπως ο Νουμάς ή οι Νέοι Άνθρωποι και πολλά άλλα.
Όμως η μεγάλη στροφή στη ζωή του Β. Μεσολογγίτη θα γίνει στα 1932, όταν «σαλτάρει ξαφνικά στο παλκοσένικο», όπως σημειώνει στην ίδια συνέντευξή του. Και επρόκειτο κυριολεκτικά για «σάλτο», αφού το λογοτεχνικό του ταλέντο και ένα τυχαίο γεγονός ήταν αυτά που τον έσπρωξαν στο παλκοσένικο. Συγκεκριμένα, το 1932, ο Β. Μεσολογγίτης, δημοσιογράφος πλέον με γνωριμίες στην «πιάτσα» των ηθοποιών του μουσικού θεάτρου, δίνει κείμενά του στον πρωταγωνιστή και θιασάρχη Νίκο Μηλιάδη για τη σατιρική επιθεώρηση Η πεισματάρα (όπου έπαιζαν, μεταξύ άλλων, οι Κάκια Μένδρη και Καίτη Ντιριντάουα). Η αρρώστια ενός ηθοποιού υπήρξε γι αυτόν η απρόσμενη ευκαιρία για να ερμηνεύσει ο ίδιος στο σανίδι τα κείμενά του.
Η εμπειρία αυτή θα αποβεί καθοριστική για τον Βασίλη Μεσολογγίτη. Θα εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία για χάρη του θεάτρου και το άστρο του θα αρχίσει να μεσουρανεί καθʼ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου στον χώρο της επιθεώρησης, του βαριετέ και του μουσικού θεάτρου.
Στη διάρκεια της Κατοχής συνεχίζει τις εμφανίσεις του στην Αθήνα, αλλά και στην επαρχία, όπου συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς, μαζί με τους Καλή Καλό και Νίκο Φέρμα. Παράλληλα, δραστηριοποιείται στους κόλπους του ΕΑΜ και στη λειτουργία συσσιτίων για τους αναξιοπαθούντες ηθοποιούς. Τα Δεκεμβριανά τον βρίσκουν να δίνει παραστάσεις μαζί με την Κ. Ντιριντάουα σε ένα θεατράκι προς το Γαλάτσι, περιοχή όπου κυριαρχούσαν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Μολονότι μια δεξιά εφημερίδα της εποχής κατηγόρησε το θεατρικό αυτό ζευγάρι ότι... «επικεφαλής Αρμεναίων κατέλαβαν την Ασφάλεια» (!), θα συνεχίσει σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου τις εμφανίσεις του, έχοντας πλέον καθιερωθεί ως χαρακτηριστικός «τύπος» στο ελαφρύ θέατρο, όπως και αργότερα ως κωμικός, συμμετέχοντας σε (συγκριτικά λίγες) ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου την περίοδο 1957-1963.
Όμως, πέρα από το «σαράκι» του ηθοποιού, τον Βασίλη Μεσολογγίτη έτρωγε από νωρίς και το «μικρόβιο» του συνδικαλισμού. Ήδη από το 1931 γίνεται μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1934 ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Αλλά το μετερίζι από το οποίο θα διαπρέψει θα είναι εκείνο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Ήδη από τα 1947 εκτίθεται ως ανεξάρτητος υποψήφιος στις αρχαιρεσίες, αλλά στο Δ.Σ. θα εκλεγεί για πρώτη φορά το 1951. Το 1952 θα αναλάβει την προεδρία του ΣΕΗ, αντικαθιστώντας τον θανόντα Ευ. Μαγκλιβέρα, θέση στην οποία θα επανεκλέγεται διαρκώς για 15 συνεχή χρόνια, μέχρι την κατάργηση των εκλεγμένων διοικήσεων των σωματείων από τη δικτατορία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του θα επιτύχει πολλές βελτιώσεις της επαγγελματικής θέσης των ηθοποιών, όπως η καθιέρωση Συλλογικής Σύμβασης, ο διαχωρισμός του Ταμείου Αλληλοβοήθειας από το Σωματείο, η ίδρυση του Οργανισμού Εταιρικών Θιάσων, αλλά θα βάλει μπροστά κι ένα μεγαλόπνοο σχέδιο για τη δημιουργία δημοτικών θεάτρων στην επαρχία, στο οποίο θα μπορούσε κανείς να ανιχνεύσει τα σπέρματα της ιδέας για την ίδρυση των σημερινών ΔΗΠΕΘΕ. Ως πρόεδρος του ΣΕΗ συμμετείχε επίσης στην Επιτροπή των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων και σε όλους τους αγώνες για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος κατά τη δεκαετία του 1960.
Μετά τη δικτατορία, έχοντας ήδη συνταξιοδοτηθεί, ο Β. Μεσολογγίτης, συνεχίζοντας το λογοτεχνικό του έργο, εκτέθηκε ως υποψήφιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές και ως υποψήφιος δήμαρχος Ν. Σμύρνης, επικεφαλής κοινού ψηφοδελτίου ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ, το 1975.
Ο Βασίλης Μεσολογγίτης έφυγε από τη ζωή στις 30 Απριλίου 1988, σε ηλικία 82 ετών.
Φιλμογραφία
Έχει θείο το κορίτσι / Ο θείος της Βιολέττας (1957) [Πίτερ]
Ο κόμης... Χατζηχρήστος (1958)
Φλογέρα και Αίμα (1961)
Οι δυο αλεπούδες (1963)
Πολιορκία (1963)
ΑΠΟ ΤΟ http://www.avgi.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου